Страница:Евтидем (Платон, 1878).pdf/74

Материал из Викитеки — свободной библиотеки
Эта страница не была вычитана
— 69 —

ήν δ’ εγώ, πώς j λέγε,ις ώ Εύθύδημε; ού δοκεΐ σοι όρθώς Β αδελφός λέγειν ό πάντ’ είδώς; Αδελφός γάρ, έφη, εγώ είμι Εύθυδήμου, ταχύ ύπολαβών ό Διονυσόδωρος; καγώ ειπον, Έασον, ώγαθέ, έως αν Εύθύδημός με διδά£η, ώς έπίσταμαι 5 τούς αγαθούς ανδρας δτι άδικοί είσι, και μή μοι φθονήσης του μαθήματος. Φεύγεις εφη ώ Σώκρατες ό Διονυσόδωρος, και ούκ έθέλεις άποκρίνεαθαι. Εικότως γ εϊύον εγώ* ήττων γάρ είμι και του ετέρου ύμών, ώστε | πολλοϋ δέω μή ού δύο C γε φεύγειν. πολύ γάρ που είμι φαυλότερος τού Ήρακλέους, ίο ός ούχ οΐός τε ήν τή τε υδρα διαμάχεσθαι, σοφιστρία ούση και διά την σοφίαν άνιείση, εί μίαν κεφαλήν τού λόγου τις άποτέμοι, πολλάς αντί τής μιας, καί καρκίνω τινί έτέρω σοφιστή εκ θαλάττης άφιγμένω, νεωστί τινί μοι δοκεΐν κατα-πεπλευκότι* ός επειδή αυτόν έλύπει ούτως έκ τού έπ1 dpi-ΐ5 στερά λεγων καί δάκνων, τον Ίόλεων τον άδελφιδούν βοηθόν επεκαλέσατο, ό δέ αύτω ίκανώς | έβοήθησεν. ό δ’ έμός I) Ιόλεως [ΤΤατροκλής] εί ελθοι, πλέον άν θάτερον ποιήσειεν.

  • 11-й софиЗіЧъ: нѣкто отличенъ отъ другого, а этотъ другой есть отецъ, слѣдовательно тотъ нѣкто отличенъ отъ отца и какъ такой — не отецъ.

ХХІУ. 'Απόκριναι δή, έφη ό Διονυσόδωρος, οπότε σοι ταύτα ύμνηται* πότερον ό Ίόλεως τού Ήρακλεους μάλλον 20 ήν άδελφιδούς ή σός; Κράτιστον τοίνυν μοι, ιύ Διονυσόδωρε, ήν δ’ εγώ, άποκρίνασθαί σοι. ού γάρ μή άνής ερωτών (σχεδόν τι εγώ τούτ εύ οιδα) φθόνων καί διακωλύων, ϊνα μή διδάΕη με Εύθύδημός εκείνο τό σοφόν. Άποκρίνου δή, έφη. 'Αποκρίνομαι δή, ειπον, δτι τού Ήρακλεους ήν ό Ίόλεως 25 άδελφιδούς, έμός δ* ώς έμοί δοκεΐ ούδ5 όπωστιούν. | ού γάρ Ε Πατροκλής ήν αύτω πατήρ, ό έμός αδελφός, αλλά παραπλήσιος μεν τούνομα Ίφικλής ό Ήρακλεους αδελφός. ΤΤατροκλής δέ, ή δ* δς, σός; Πάνυ γ έφην έγώ ομομήτριος γε, ού μέν-τοι ομοπάτριος. Αδελφός άρα έστί σοι καί ούκ αδελφός.

30 Ούχ ομοπάτριος γε, ώ βέλτιστε, έφην* έκείνου μεν γάρ Χαι-ρέδημος ήν πατήρ, έμός δέ Σωφρονίσκος. Πατήρ δέ ήν, έφη, Σωφρονίσκος καί Χαιρέδημος; Πανυ γ* έφην* ό μέν γε έμός, ό δέ έκείνου. Ούκούν, | ή δ’ δς, έτερος ήν Χαιρέδημος τού 298


Тот же текст в современной орфографии

ήν δ’ εγώ, πώς j λέγε,ις ώ Εύθύδημε; ού δοκεΐ σοι όρθώς Β αδελφός λέγειν ό πάντ’ είδώς; Αδελφός γάρ, έφη, εγώ είμι Εύθυδήμου, ταχύ ύπολαβών ό Διονυσόδωρος; καγώ ειπον, Έασον, ώγαθέ, έως αν Εύθύδημός με διδά£η, ώς έπίσταμαι 5 τούς αγαθούς ανδρας δτι άδικοί είσι, και μή μοι φθονήσης του μαθήματος. Φεύγεις εφη ώ Σώκρατες ό Διονυσόδωρος, και ούκ έθέλεις άποκρίνεαθαι. Εικότως γ εϊύον εγώ* ήττων γάρ είμι και του ετέρου ύμών, ώστε | πολλοϋ δέω μή ού δύο C γε φεύγειν. πολύ γάρ που είμι φαυλότερος τού Ήρακλέους, ίο ός ούχ οΐός τε ήν τή τε υδρα διαμάχεσθαι, σοφιστρία ούση και διά την σοφίαν άνιείση, εί μίαν κεφαλήν τού λόγου τις άποτέμοι, πολλάς αντί τής μιας, καί καρκίνω τινί έτέρω σοφιστή εκ θαλάττης άφιγμένω, νεωστί τινί μοι δοκεΐν κατα-πεπλευκότι* ός επειδή αυτόν έλύπει ούτως έκ τού έπ1 dpi-ΐ5 στερά λεγων καί δάκνων, τον Ίόλεων τον άδελφιδούν βοηθόν επεκαλέσατο, ό δέ αύτω ίκανώς | έβοήθησεν. ό δ’ έμός I) Ιόλεως [ΤΤατροκλής] εί ελθοι, πλέον άν θάτερον ποιήσειεν.

  • 11-й софиЗиЧ: некто отличен от другого, а этот другой есть отец, следовательно тот некто отличен от отца и как такой — не отец.

ХХИУ. 'Απόκριναι δή, έφη ό Διονυσόδωρος, οπότε σοι ταύτα ύμνηται* πότερον ό Ίόλεως τού Ήρακλεους μάλλον 20 ήν άδελφιδούς ή σός; Κράτιστον τοίνυν μοι, ιύ Διονυσόδωρε, ήν δ’ εγώ, άποκρίνασθαί σοι. ού γάρ μή άνής ερωτών (σχεδόν τι εγώ τούτ εύ οιδα) φθόνων καί διακωλύων, ϊνα μή διδάΕη με Εύθύδημός εκείνο τό σοφόν. Άποκρίνου δή, έφη. 'Αποκρίνομαι δή, ειπον, δτι τού Ήρακλεους ήν ό Ίόλεως 25 άδελφιδούς, έμός δ* ώς έμοί δοκεΐ ούδ5 όπωστιούν. | ού γάρ Ε Πατροκλής ήν αύτω πατήρ, ό έμός αδελφός, αλλά παραπλήσιος μεν τούνομα Ίφικλής ό Ήρακλεους αδελφός. ΤΤατροκλής δέ, ή δ* δς, σός; Πάνυ γ έφην έγώ ομομήτριος γε, ού μέν-τοι ομοπάτριος. Αδελφός άρα έστί σοι καί ούκ αδελφός.

30 Ούχ ομοπάτριος γε, ώ βέλτιστε, έφην* έκείνου μεν γάρ Χαι-ρέδημος ήν πατήρ, έμός δέ Σωφρονίσκος. Πατήρ δέ ήν, έφη, Σωφρονίσκος καί Χαιρέδημος; Πανυ γ* έφην* ό μέν γε έμός, ό δέ έκείνου. Ούκούν, | ή δ’ δς, έτερος ήν Χαιρέδημος τού 298